Ο Γιώργος Μητσάκης έφυγε από τη ζωή το 1993. Όμως πρόλαβε να ζήσει πάρα πολλά. Πρωτοστάτησε στην εξέλιξη του ρεμπέτικου σε λαϊκό τραγούδι. Υπήρξε δεξιοτέχνης του μπουζουκιού. Έγραψε περισσότερα από 5000 τραγούδια. Στους καλλιτεχνικούς κύκλους ήταν γνωστός ως ο “Δάσκαλος“.
Γεννήθηκε το 1921 στην Κωνσταντινούπολη και το 1935 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Αρχικά στην Καβάλα και έπειτα έξω από τη Θεσσαλονίκη. Από μικρός έπαιζε φυσαρμόνικα. Η γνωριμία με Μάρκο Βαμβακάρη, Χατζηχρήστο και Τσιτσάνη τον μύησε στον κύκλο της μουσικής. Το 1941 γράφει τα πρώτα του τραγούδια αφού μετακομίζει στον Πειραιά. Από το 1947 έως το 1949 εμφανίζεται στην Πατησίων με το Μανώλη Χιώτη και γράφουν ιστορία.
Αρκετοί μουσικοκριτικοί θεωρούν τον Μητσάκη ως ποιητή του ρεμπέτικου ενώ ρυθμικά τον κατατάσσουν στους εκφραστές του ρεμπέτικου με δυτικές επιδράσεις. Συναντήθηκε πάμπολλες φορές με τη χαρά.
Είχε έμφυτη ευγένεια. Η Πόλη έκανε τους ανθρώπους κήπους. Αν γεννηθείς στην ομορφιά της και άσχημη καρδιά να έχεις, γίνεσαι πολιτισμός. Ήταν μια αριστοκράτισσα. Ο ίδιος ένιωθε σαν λουλούδι που του έκοψαν, απότομα, τις ρίζες. Έλεγε πως υπάρχουν και χειρότερα για να αντέξουμε τα χειρότερα που μας έχουν βρει.
Η σύγκριση, το μέτρο, το ανακάλυψε ο άνθρωπος για να αντέχει ό,τι κι αν συμβεί. Ένα κόλπο είναι η μεζούρα. Η μεζούρα υπάρχει για να μην τρελαθούμε. Έτσι τη γλιτώνουμε και δεν τρελαινόμαστε. Τότε, όταν πιάνουμε πάτο, αν σκεφτούμε πως έχει και πιο κάτω, αισθανόμαστε καλύτερα. Κινδυνεύουμε από την καλή μας τύχη. Όπως τη φήμη. Τόσο δα μυαλό θέλει για να φύγει ο άνθρωπος…
Ο θεός δίνει τα κλειδιά σε μερικούς για να απελευθερώνουν την τρέλα. Μέσα από την τρέλα βλέπουμε τη ζωή αλλιώς. Μας αναγκάζει να κοιτάξουμε και προς τα πάνω. Να χαζέψουμε τον ουρανό, να δούμε κάποιο αστέρι και να καταλάβουμε πόσο τίποτα είμαστε μέσα στο σύμπαν. Ο έρωτας είναι τρέλα με περικεφαλαία. Τρέχουμε από πίσω του σαν τα σκυλιά!
Μονίμως είμαι στόχος της τρέλας του έρωτα. Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν βγαίνει η ζωή με μια γυναίκα… Οι μεγάλοι έρωτες είναι σπάνιοι. Μην περιμένεις να σε βρούνε με την πρώτη. Μην κοιτάς που εμένα με λυπήθηκε ο θεός και μου έστειλε την κυρά Αθηνά.
Είχε φοβερή μνήμη. Θυμόταν τα πάντα στη ζωή του. Ο πατέρας του είχε ψαρόσπιτο στο Βόσπορο. Αυτό ήταν το αγαπημένο του μέρος. Εκεί ήθελε, πάντοτε, να επιστρέφει. Ήταν μια ολόκληρη εποχή που πέρασε αλλά άφησε διαμάντια στη φυλακή της τρέλας.
Κάθε ταλαντούχος άνθρωπος έχει μια αρμαθιά κλειδιά. Αυτό είναι το δόσιμο του θεού στον άνθρωπο για να ανοίγει τα όρια της τρέλας. Παρακάτω το τραγούδι που έγραψε για την κυρά Αθηνά του.
Ο πατέρας του είχε δύο καΐκια. Δούλευε μεροκάματο. Μια μέρα, ο μικρός Γιώργος πήρε εκείνο με τα κουπιά. Κρύφτηκε πίσω από ένα βαποράκι. Όταν άραξε το πλοιάριο, εκείνος έδεσε τα σχοινιά και έκανε μαζί με τους επιβάτες βόλτα στο Βόσπορο, νησάκι νησάκι, ενώ καθόταν σταυροπόδι!
Η αιτία για αυτό που έγινα ήταν τα μάτια μου και τα αφτιά μου. Με τα μάτια είδα για πρώτη φορά το μπουζούκι και χάζεψα. Άκουσα για πρώτη φορά μπουζούκι στα χέρια του Μάρκου. Ήταν όπλο βαρύ και θανατηφόρο. Τότε, το 1938! Ο καθένας μας πάει κουστούμι με τα κουσούρια του.
Οι πρώτοι στίχου που άκουσε ήταν: Περνούσα και σ’ αντίκρισα ψηλά στα παραθύρια ( Τα μπλε παράθυρά σου, 1938) και μετά, Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά. Του Μάρκου και τα δύο. Από τον ίδιο στο πάλκο. Ο Κεμάλ, τον οποίο είχε δει από κοντά με τον πατέρα του στην Πρίγκηπο, ήταν κουτσός και μονόφθαλμος. Σκατόμουτρο. Όλα τα σκατόμουτρα της ιστορίας ασκούν μια έλξη στον άνθρωπο. Τον άνθρωπο τον τραβάει πάντα ό,τι δεν είναι. Είσαι όμορφος; Σε τραβάει η ασχήμια. Είσαι κουτός; Κρέμεσαι σαν σφαχτάρι από την εξυπνάδα. Έτσι είναι ο άνθρωπος. Θέλει πάντα να είναι αυτό που δεν είναι. Αυτή είναι η δυστυχία των περισσότερων. Η ευτυχία των λίγων είναι να χαίρονται αυτό που είναι.
Δεν ήταν και δεν έγινε ποτέ τραγουδιστής παρόλο που ερμήνευε τα τραγούδια του και μάλιστα συμπαθητικά όπως τόνιζε η κυρά Αθηνά. Μια καλή φωνή, για να μην είναι γυμνή πρέπει να καταλαβαίνει τι τραγουδάει. Να φανταζόμαστε τις χάρες της. Μια γυμνή φωνή είναι ξετσίπωτη. Στην ερμηνεία η καλή φωνή φοράει το ρούχο που της πάει. Η ερμηνεία κάνει τη φωνή μυστήρια, ενδιαφέρουσα. Είναι σαν να γνωρίζεις μια γυναίκα και με το που σε βλέπει να γδύνεται. Πάει, πάει όλη η μαγεία! Το μυαλό τρελαίνεται κάθε φορά που φαντάζεται τι κρύβεται από κάτω. Χωρίς τα ρούχα όλα τα κορμιά είναι ίδια. Η τελειότητα δεν προκαλεί. Η ατέλεια προκαλεί. Αυτό που είμαστε προκύπτει από τα ελαττώματά μας.
Όταν ήταν μικρός φανταζόταν ότι θα μείνει για πάντα γιος του πατέρα του. Θα βουτάει το καΐκι και θα αρμενίζει. Όμως, φτάνοντας στην Καβάλα, την κοπάνισε και εκεί συνάντησε τους πρώτους μάγκες. Ήθελε να γίνει σαν τον Μάρκο. Έπειτα, γύρισε στην Καβάλα. Άνοιξε το σεντούκι, πήρε ένα δαχτυλίδι του πατέρα του. Βαρύ και ακαλαίσθητο, ωστόσο είχε κάποια αξία. Το είχε σταμπάρει από καιρό και το ζαχάρωνε για να το σουφρώσει. Το γράπωσε. Κατεβαίνει στη Θεσσαλονίκη. Πηγαίνει σε έναν Πόντιο-Αρμένη. Του λέει:
–Το πουλάω. Είσαι;
–Να σου δώκω 10; Να σου δώκω δύο κατοστάρικα;
– Όχι. Λίγα είναι. Αυτό είναι πάνω από 1000 φράγκα για την εποχή του.
Τελικά, πάει σε έναν παλιατζή πιο κάτω. Βλέπει ένα μπουζούκι κειμήλιο από το Μάρκο. Στην αρχή δεν του το πουλάει. Στη συνέχεια, “σκοτώνει” το δαχτυλίδι για 500 και δίνει 300 για το μπουζούκι, κρατώντας τα 200 για φαγητό. Έτσι, ξεκίνησε να παίζει νυχθημερόν. Ο Στέλιος Κερομύτης, πήγαινε στην οδό Ειρήνης και του έδειχνε, στο τρίχορδο μπουζούκι, το ντο ματζόρε και το σι μινόρε.
Στη ζωή έχουμε ανάγκη από δασκάλους καλά παιδιά. Τα καλά παιδιά σπανίζουν. Ο καλός δάσκαλος σε μαθαίνει να διαβάζεις σωστά τη ζωή. Το μπουζούκι ήταν μια παρηγοριά. Με εκείνο ξεχνούσα και τη μεγάλη μου πείνα. Ένας ορειβάτης θέλει να ανέβει στα Ιμαλάια. Έτσι και γω θέλω να γνωρίσω τον Μπαχ. Ίσως, ο τρόπος που θα μου έδειχνε το παίξιμο να μου άλλαζε τη ζωή.
Εκεί που δουλεύει το μυαλό κανονικά, σου δίνει μια και “νταν”. Όλα φαίνονται αλλιώς. Αυτό είναι έμπνευση. Βλέπεις αυτά που έβλεπες και φαίνονται αλλιώτικα. Ο ίδιος δρόμος που περνάς κάθε μέρα γίνεται άλλος δρόμος. Είναι καμπάνα. Μέσα από το θόρυβο της έμπνευσης σπάνε τζάμια. Γίνεται εσωτερικός σεισμός. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι η τρέλα και η έμπνευση. Ο απόλυτος έρωτας. Το μόνο περιθώριο για να σώσουμε τη ζωή μας είναι να καταλάβουμε ότι όλα εδώ μένουν. Τίποτα δεν θα πάρουμε μαζί μας. Προς τι όλο αυτό το μπλέξιμο λοιπόν;